Οδηγός συλλεκτών
Ένα ιδιαίτερο έχει ο συλλέκτης με τα αποκτήματα. Όσο κι αν γίνει η συλλογή, όσο σημαντική και να έχει η αποτίμησή της, την αίσθηση από την ψηλάφηση τω ν αντικείμενων την θυμάται σαν άγγιγμα με μαγικό ραβδί. Μία ανάμνηση ψυχική και αναγκαία όσο η τυχερή δεκάρα για την περιουσία του Σκρουτζ Μακ Ντακ.
Το άγγιγμα ήρθε με την συσκευασία ενός πλαστικού που κάποτε περιείχε κάρτες. Μέσα είχε κέρματα, πεντάρες και δεκάρες, το πενηντάλεπτο, τη δραχμή και το δίδραχμο με το πορτρέτο του Παύλου στην όψη και τον θυρεό του βασιλείου της Ελλάδας.
Ένα πράγμα που μου έκανε εντύπωση ήταν οι παραστάσεις, διέφεραν στην αναγραφή της αξίας και το μέγεθος, κάτι που δεν συνέβαινε με την πρώτη σειρά νομισμάτων της Ελληνικής Δημοκρατίας που κυκλοφορούσαν . Η παράταξη των τριών νομισμάτων που η κλίμακα τους μεγάλωνε μαζί με την αξία, με εντυπωσίασε. Ρώτησα αν υπήρχαν άλλα νομίσματα , για να μάθω πως υπήρχε πεντάδραχμο, δεκάδραχμο και εικοσάδραχμο. Όταν έγινε επιθυμία μου να αποκτήσω τα νομίσματα της σειράς, ήταν η στιγμή που άρχισε να γενιεται ο συλλέκτης μέσα μου.
Στη συνέχεια, χωρίς σήμερα να θυμάμαι πώς, ανακάλυψα το πεντάδραχμο και το δεκάδραχμο. Με ερωτήσεις έμαθα ποιος ήταν ο Παύλος, τι ήταν η βασιλεία και τι αγόραζες στην εποχή τους. Όμως το εικοσάδραχμο δεν βρέθηκε σε κανένα συρτάρι του φιλικού περιβάλλοντος. Η αδελφή μου υποσχέθηκε να μου δώσει το νόμισμα που βρήκε ξεχασμένο. Όταν το έπιασα στα χέρια μου, τη χαρά αντικατάστησε ένα μούδιασμα. Το φανταζόμουν , τουλάχιστον μεγαλύτερο από το δεκάδραχμο, όμως αυτό είχε τις διαστάσεις του δίδραχμου. Ένα μέγεθος που αλαζε το μετρο της σειράς. Η απορία μου, γιατί είναι τόσο μικρό , πήρε την απάντηση : Είναι ασημένιο και έχει αξία μεγαλύτερη από τα υπόλοιπα.
Αυτή η ιστορία λειτουργεί σαν παραβολή μίας συλλογής, ειδικά για τα νομίσματα. Πρώτη είναι η γνώση. Δεν νοείται συλλέκτης νομισμάτων που να μην γνωρίζει την πολιτική και οικονομική κατάσταση που επικρατούσε στις χώρες.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑ.
ο συλλέκτης αναπτύσσει την παρατηρητικότητα. Κι αυτό γιατί σε αυτές τις μικρές μεταλλικές επιφάνειες, μικρές διαφορές ανεβάζουν σε ποσά την χρηματιστηριακή αξία του ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ. Πρώτα, η ημερομηνία: Η οθωνική δραχμή του 1833 μπορεί να στοιχίζει πάνω κάτω σε μέτρια κατάσταση 100 ευρώ. Αν η ημερομηνία γίνει 1847, η τιμή της ξεκινά από 2.000 ευρώ για να φτάσει ανάλογα το πώς διατηρείται το κέρμα τις 15.000.
Όμως στις ίδιες ημερομηνίες υπάρχουν διαφορές: Για παράδειγμα ένα πεντάδραχμο του Όθωνα με μία μικρή κουκουβάγια (σύμβολο του Αθηναϊκού νομισματοκοπείου) δίπλα στην ημερομηνία κοπής στοιχίζει δεκάδες φορές περισσότερο από το νόμισμα ίδιας χρονιάς. Μία παρόμοια περίπτωση είναι ο φλόκος στο καράβι που εικονίζεται στο πίσω μέρος της δραχμής με τον Κωνσταντίνο Κανάρη, κοπής 1976, που κάνει το νόμισμα από λίγα λεπτά του ευρώ να φτάνει τα 1.500 ευρώ.
ΑΙΣΘΗΤΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ
ο συλλέκτης αποκτά αισθητικά κριτήρια να έχει τη δυνατότητα να διακρίνει ένα ψεύτικο νόμισμα. Οι δουλείες δεν είναι τέλειες και ένα εμπείρο μάτι μπορεί να διακρίνει . στην χρυσή λίρα αν η ουρά του αλόγου που ιππεύει ο άγιος, ή τα πετράδια της βασίλισσας προέρχονται από την πραγματική μήτρα.
Το χρηματιστήριο τιμών
παράγοντες που διαμορφώνουν την αξία ενός
νομίσματος. είναι η σπανιότητα, που καθορίζεται από την ποσότητα των νομισμάτων που έχουν κοπεί τη ιδία χρονιά. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός της κοπής, η αξία του νομίσματος αυξάνεται. Για παράδειγμα, το πρώτο νεοελληνικό ασημένιο νόμισμα που κόπηκε από τον Κυβερνήτη Καποδίστρια ήταν ο Φοίνικας – οι πληροφορίες λένε να έχουν κοπεί στο νομισματοκοπείο της Αίγινας 11.000 Φοίνικες. Σήμερα η τιμή σε καλή κατάσταση είναι στα 3000 ευρώ.
Έναν αιώνα αργότερα το χρυσό εικοσάδραχμο του δημοψηφίσματος που επανάφερε τον Γεώργιο Β΄ στον θρόνο το 1935 με αξία περίπου 11.000 ευρώ. Ο λόγος είναι ότι το ασημένιο νόμισμα, που ουδέποτε κυκλοφόρησε επίσημα, κόπηκε σε 200 μόνο αντίτυπα.
κάποιες φορές νομίσματα με μεγάλο τιράζ έχουν μεγάλη τιμή. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι συγκεντρώθηκαν και λιώθηκαν Ένα παράδειγμα είναι το κέρμα των 50 λεπτών που παραγγέλθηκε σε νομισματοκοπεία του Ηνωμένου Βασιλείου το 1921 και θεωρητικά είχε τιράζ 2.500.000. Η κακή οικονομική κατάσταση που ακολούθησε μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, όμως, είχε ως αποτέλεσμα η αξία του κέρματος να είναι μικρότερη από την μεταλλική του αξία.
Έτσι, αν κυκλοφορούσε στην αγορά, οι επιτήδειοι θα συγκέντρωναν τα πενηνταράκια για να τα πουλήσουν μέταλλο. Αποτέλεσμα ήταν η παρτίδα να ξαναπάει στο χυτήριο και να σωθούν μερικά από τους υπάλληλους του νομισματοκοπείου ή από κάποιους που είχαν μερικά στα χέρια τους. Σήμερα η αξία τού κέρματος βάση φτάνει τα 17.000 ευρώ.
η κατάσταση τoυ νομισματος
Συνήθως, όσο παλαιότερο είναι ένα νομίσμα, τόσο εκτοξεύεται η αξία του, αν βρεθεί σε ιδια με το νομισματοκοπείο. Μία δραχμή του Παύλου κοπής 1959, που σε καλάθι στο Μοναστηράκι, ταλαιπωρημένη από τον χρόνο, στοιχίζει 50 λεπτά του ευρώ, ενώ ακυκλοφόρητη κατάσταση ξεπερνάει τα 200 ευρώ.
Για καθαρά συλλεκτικούς λόγους τα νομισματοκοπεία σε κάθε νέα σειρά που κόβουν και επιμελημένες κοπές. Αυτές έχουν μικρό τιράζ και μεγαλύτερη αξία από τα νομίσματα που κυκλοφόρησαν χέρι-χέρι. Στην Ελλάδα, η πρώτη σειρά κυκλοφόρησε το 1965 με αφορμή τον θάνατο του βασιλιά Παύλου. Από την Μεταπολίτευση κάθε νέα σειρά από το ελληνικό νομισματοκοπείο διανεμόταν στους συλλέκτες σε κασετίνα.
Επίσης, με αφορμή γεγονότα και επετείους κυκλοφορούν αναμνηστικές σειρές, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις είναι από πολύτιμα μέταλλα όπως τα κέρματα που κόπηκαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας.
Αν βρίσκονται στα χέρια κάποιου νομίσματα και πιστεύετε ότι μπορεί να είναι ιδιαίτερης αξίας, οδηγός για τις συλλεκτικές τιμές είναι οι κατάλογοι νομισμάτων. Τώρα, αν θελήσει κάποιος να πιστοποιήσει τα νομίσματα που έχει , υπάρχουν ειδικοί , στους οποίους ο ενδιαφερόμενος μπορεί να παραδώσει τα νομίσματά και να το κατατάξουν στην ομάδα που ανήκει βάση μίας κλίμακας αποδεκτής σε όλο τον κόσμο.
Στο χρηματιστήριο των νομισμάτων , Σε νομίσματα μεσαίας και χαμηλής αξίας, οι τιμές συμπιέζονται προς τα κάτω. Στα νομίσματα, όμως, τρέχει και ένας άλλος, αυτός της τιμής του μετάλλου. Η άνοδος των τιμών του χρυσού εκτόξευσε τις τιμές κερμάτων που το μεγαλύτερο μέρος της αξίας τους οφειλόταν στην περιεκτικότητα τους σε ευγενή μέταλλα. Για παράδειγμα οι χρυσές αγγλικές λίρες που κάθε χρονιά, την περίοδο που η Αγγλία ήταν αυτοκρατορία, έκοβαν τα νομισματοκοπεία κατά εκατομμύρια:
Η αξία αν ήταν νομίσματα από χαλκό θα ήταν ελάχιστη, αλλά η άνοδος του χρυσού σχεδόν τριπλασίασε την τιμή σε μία πενταετία. Τον μεγαλύτερο αριθμό χρυσού ελληνικού νομίσματος έχει το 20δραχμο του 1884 με μισό εκατομμύριο αντίτυπα. Μπορεί να μην είναι δυσεύρετο αλλά η ποσότητα που υπάρχει στην αγορά δεν είναι μεγάλη ώστε να αποθησαυρίζεται για τη μεταλλική του αξία.