ΚΟΣΜΗΜΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ιστορία του Κοσμήματος
Τα πρώτα κοσμήματα που φόρεσε ο άνθρωπος απο βάθος της προϊστορίας καθώς υπολογίζεται ότι φορέθηκαν 40.000 χρόνια πριν. Οι λόγοι που ώθησαν τον άνθρωπο στην ιδέα του κοσμήματος είναι η προσέλκυση του άλλου φύλου, ο καλλωπισμός και σε κάποιες περιπτώσεις φύλαξης από το κακό και οι ιδιότητες του κοσμήματος. Τα πρώτα κοσμήματα ήταν φτιαγμένα από δόντια ζώων, όστρακα, καρποί, κουκούτσια ή και πέτρες.
Η κατασκευή των πρώτων χρυσών κοσμημάτων όπως είναι φυσικό έγινε σε χώρες όπου ο χρυσός αφθονούσε. Ο κυρίαρχος ρόλος της Ασίας και της Αιγύπτου στη κοσμηματοποϊα οφείλεται κατά ένα μέρος σε αυτόν τον παράγοντα. Ο χρυσός ήταν ανέκαθεν μαγικό, αφού είναι άφθαρτος και η λάμψη του αθάνατη. Αυτές οι ιδιότητές, έκαναν τον άνθρωπο να τον θεωρεί πολύτιμο, και να θεωρεί ότι ο κάτοχος απολαμβάνει την αθανασία.
Πολλοί αρχαίοι λαοί άρχισαν την κατασκευή κοσμημάτων χιλιετίες πριν, όπως οι Αιγύπτιοι, οι Έλληνες, οι λαοί της Μεσοποταμίας και πολύ αργότερα οι Ρωμαίοι.
Αρχαία Αιγυπτος
Οι Αιγύπτιοι, λόγω της αφθονίας χρυσού στην περιοχή της βορειοανατολικής Αφρικής, φαίνεται ότι κατασκεύασαν χρυσά κοσμήματα την περίοδο 3000 π.Χ. Τα Αιγυπτιακά κοσμήματα χρησιμοποιήθηκαν για τον συμβολισμό κοινωνικής δύναμης καθώς και για την συνοδεία νεκρών.
Οι αιγύπτιοι προτιμούσαν τον στολισμό των κοσμημάτων τους με γυαλί παρά την αφθονία πολύτιμων πετρών στην περιοχή . Σημαντικό επίσης θεωρείται ότι τα αρχαία Αιγυπτιακά κοσμήματα είχαν διάφορα χρώματα, ανάλογα με το συμβολισμό που ήθελαν να προσδώσουν όπως για παράδειγμα τα κοσμήματα που φορούσαν οι μούμιες έπρεπε να έχουν κόκκινο χρώμα .
Μεσοποταμία
Η κοσμηματοποιϊα στην χρονολογείται περίπου από το 4000 π.Χ. με κέντρα παραγωγής κοσμημάτων τις πόλεις Sumer και Akkad. Η μεγαλύτερη ανακάλυψη όμως έγινε με την ανεύρεση του βασιλικού νεκτοταφείου της Ουρ, το οποίο χρονολογείται γύρω στα 2900 π.Χ. και στο οποίο βρέθηκαν κοσμήματα και στολίδια από χρυσό, και πολύτιμες πέτρες.
Τα κοσμήματα της Μεσοποταμίας κατασκευάστηκαν στην τους από λεπτά φύλλα χρυσού, διακοσμημένα με πολύχρωμες πέτρες όπως αχάτες, λάπις, και άλλες.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΟΣΜΗΜΑΤΟΣ
Η ιστορία του ελληνικού κοσμήματος στα απώτερα χρόνια της προϊστορίας. Αριστουργήματα εξαιρετικής λεπτότητας ευρέθησαν στην Κρήτη και σε νησιά του Αιγαίου όπου άνθισε ο Μινωικός πολιτισμός , ενώ μας αφήνουν έκπληκτους τα ευρήματα των Μυκηνών, που διαδεχθεί τον Μινωικό και αποτέλεσε την βάση για την ανάπτυξη του ελληνικού πολιτισμού, που τροφοδότησε τα Ομηρικά Έπη καθώς και την εικονογραφία της αρχαιότητος. Οι σύγχρονοι έλληνες τεχνίτες αργυροχρυσοχόοι και καλλιτέχνες συνεχίζουν να εμπνέονται από τις περιγραφές του Ομήρου: όπως της ασπίδας του Αχιλλέως , τη ζώνη της Αφροδίτης , τα χρυσά των θυρών των ανακτόρων
Την άνθιση του Μυκηναϊκού πολιτισμού διαδέχθηκε η Γεωμετρική περίοδος 1100-π. Χ., τα λεγόμενα σκοτεινά χρόνια. Η αργυροχρυσοχοΐα όπως και οι άλλες τέχνες δεν έχουν να επιδείξουν την φαντασία των προηγούμενων αιώνων. όμως παρατηρούμε την επιβίωση της παράδοσης η οποία συντηρεί, τη φλόγα μέχρις ότου η κοσμηματοτεχνία θα οδηγηθεί σε άνθιση λίγο μετά το 800 π.Χ. όπου στα νησιά θα βρεθούν πάλι κοσμήματα υψηλής τέχνης .
Αργότερα οι Περσικοί πόλεμοι , κατά την Αρχαϊκή περίοδο 600- από τους οποίους υπέφερε η Ελλάδα, ευτυχώς δεν αγγίζουν το επίπεδο του πολιτισμού το οποίο απολάμβαναν οι Έλληνες , διότι οι τέχνες συνεχίζονται , θα λέγαμε, στις ελληνικές πόλεις που βρίσκονται στα παράλια του Πόντου , στην νότιο Ιταλία φτάνοντας μέχρι την Ιβηρική χερσόνησο. Την περίοδο αυτή επειδή παρατηρείται δραστηριότητα ως προς την ποικιλία των σχεδίων στις ελληνικές αποικίες , οι Έλληνες αργυροχρυσοχόοι μετακινούνται προς αυτές κατά την διάρκεια των Περσικών πολέμων. Μετά το τέλος αυτής της περιόδου στην κυρίως Ελλάδα έχουμε πάλι λμεν κοσμήματα αλλά υψηλής τέχνης όπου η ποικιλία των σχεδίων και η τεχνική αποδεικνύουν τα υψηλά επίπεδα της κοσμηματικής τέχνης ισάξια των άλλων καλλιτεχνικών δημιουργημάτων της αρχαιότητας.
Ο πλούτος της αργυροχρυσοχοϊκής τέχνης θα αξιοποιηθεί κατά την Ελληνιστική περίοδο, όπου μετά τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου τόσο ο χρυσός όσο και οι πολύτιμοι λίθοι παρουσιάζονται άφθονοι. Το αποτέλεσμα είναι το ελληνικό κόσμημα, όχι μόνο θα εμπλουτιστεί από πλευράς σχεδίων δεχόμενο τις επιδράσεις της ανατολής, αλλά και για πρώτη φορά χρησιμοποιούνται οι πολύτιμοι λίθοι που μέχρι τώρα χαρακτηρίζονταν από την απουσία τους.
Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο η επεξεργασία του κοσμήματος παραμελείται προς όφελος των πολύτιμων λίθων. Στο αποκορύφωμα , του πλούτου της φαντασίας θα φθάσει το ελληνικό κόσμημα κατά την ακμή της Βυζαντινής αυτοκρατορίας 10ο αιώνα. Η ακτινοβολία της αυλής των Βυζαντινών σφραγίζεται από τα πολύτιμα κοσμήματα και τον τρόπο ζωής, στον οποίο οι ηγέτες της Δύσης προσβλέπουν με θαυμασμό και τείνουν μα μιμηθούν. Παράλληλα αναπτύσσεται η μικροτεχνία και δημιουργούνται σκεύη εξαιρετικής τέχνης .
Το επάγγελμα του κοσμηματοποιού ήταν από τα πιο ευγενή της εποχής και η άσκησή του ρυθμιζόταν από ειδικές νομοθετικές διατάξεις. Κοσμήματα όπως και εκκλησιαστικά σκεύη της περιόδου αυτή ευρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές αλλά και σε Μουσεία. Είναι φανερό ότι ένα σημαντικό μέρος ιδιαίτερα των βυζαντινών κοσμημάτων έχει χαθεί Εκείνο όμως που δεν χάθηκε είναι το πνεύμα των κοσμηματοποιών καθώς και οι τεχνικές τους που κληρονομούνται από γενιά σε γενιά και φθάνουν μέχρι σήμερα.
Η πτώση της Κωνσταντινούπολης , του Βυζαντίου, το 1453 π.Χ., σηματοδοτεί την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και την επικράτηση της Οθωμανικής που θα κρατήσει υπό την κατοχή της την Ελλάδα για 400 χρόνια. Η τέχνη της αργυροχρυσοχοΐας κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες διατηρείται και τον 17ο -18ο αιώνα θα γνωρίσει νέα άνθιση. Αργυροχρυσοχοϊκά κέντρα δημιουργούνται σε πολλά μέρη της Ελλάδας και την έλλειψη του χρυσού αντικαθιστούν το ασήμι και ο μπρούτζος. Με τις παραδοσιακές τεχνικές της συρματερής, του σφυρήλατου, εγχάρακτης κ.λπ. παράγονται κοσμήματα που δεν υστερούν σε μεγαλείο, και τέχνη των κοσμημάτων της βυζαντινής περιόδου.
Πηγές έμπνευσης των κοσμημάτων όσο και των ενδυμασιών της μεταβυζαντινής περιόδου αποτελούν μοτίβα της ελληνικής τέχνης εμπλουτισμένα με σύμβολά του βυζαντίου, όπως ο δικέφαλος αετός, της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και της φύσης. Την ακμή της αργυροχρυσοχοϊκής τέχνης κατά τον 17ο αιώνα διαδέχεται ο 19ος αιώνας με την ελληνική επανάσταση, την εγκαθίδρυση του νέου ελληνικού κράτους και τις μεγάλές ανακατατάξεις στην κοινωνική ζωή των Ελλήνων. Ο θαυμασμός των Ελλήνων για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό , ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα, τους οδηγεί σε μια υποτίμηση των παραδοσιακών πολιτιστικών τους αξιών . Την ίδια στιγμή το αυξανόμενο ενδιαφέρον των ευρωπαίων που επισκέπτεται την Ελλάδα για να απολαύσει τις φυσικές ομορφιές και να θαυμάσει τα αρχαία μνημεία, τα οποία εκτιμά σαν μέρος του δικού του πολιτισμού και της δικής του παιδείας, φέρνουν αντιμέτωπους τους Έλληνες.
Έτσι το τουριστικό ενδιαφέρον των Ευρωπαίων με την προσπάθεια αφύπνισης του λαού μέσα από την δημιουργημένη σύγχρονη ελληνική παιδεία και την δραστηριοποίηση πολλών ελλήνων και φιλελλήνων οδηγούν κατά το ήμισυ του 20ου αιώνα στη δημιουργία ενός ισχυρού ρεύματος επανεκτίμησης και μελέτης όχι μόνο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού , αλλά και του νεότερου , ώστε να τεθούν τα θεμέλια του νέου κράτους πάνω σε σωστές βάσεις ιστορικής και πολιτιστικής συνείδησης. Η κίνηση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα την άνθηση της πνευματικής , και εν γένει πολιτιστικής ζωής της χώρας.
Από το 1950 η ελληνική αργυροχρυσοχοϊκή τέχνη χάρη στους μαστόρους και ανήσυχους επιχειρηματίες κατάφερε να δημιουργήσει μια ιδιαίτερα δυναμική παρουσία τόσο στο χώρο του κοσμήματος όσο και στον επιχειρηματικό. Ο πλούτος των πηγών έμπνευσης που προέρχεται από το παρελθόν το πολιτισμικό και φυσικό περιβάλλον σε συνδυασμό με την χρησιμοποίηση παλιών και νέων τεχνικών στις οποίες ο αργυροχρυσοχόος και ο καλλιτέχνης είναι μυημένος συντελούν στην δημιουργία κοσμημάτων σύγχρονων, τα οποία χαρακτηρίζονται από την ιδιαιτερότητα μιας τέχνης που η δημιουργικότητα συνυπάρχουν και ισορροπούν κάτω από αιώνιους κανόνες που σφραγίζουν την τέχνη του ελληνικού κοσμήματος.